- λετονική
- Κλάδος της ινδοευρωπαϊκής γλώσσας. Η λ. γλώσσα ομιλείται από περίπου 2 εκατ. ανθρώπους και αποτελεί, μαζί με τη λιθουανική και την αρχαία πρωσική (που έχει πια εξαφανιστεί), τον βαλτικό κλάδο των ινδοευρωπαϊκών γλωσσών. Τα πρώτα κείμενα στη λ. –όπως και στη λιθουανική– χρονολογούνται μόλις από τον 16o αι. (βλ. λ. Λετονία, Λογοτεχνία). Σε σχέση με τη λιθουανική, η λ. βρίσκεται σε ένα στάδιο εξέλιξης αρκετά πιο προχωρημένο από άποψη φθογγολογική και μορφολογική. Η λ. παρουσιάζει τρεις διαφορετικές παραλλαγές: την ανατολική (augszemnieku), την κεντρική (vidus) και τη δυτική (tämnieku). Από τις τρεις, η κεντρική παραλλαγή αποτελεί τη βάση της φιλολογικής λ. γλώσσας. Το 1922, το ορθογραφικό σύστημα της λ., γερμανικής προέλευσης (με γοτθικούς χαρακτήρες), άλλαξε με την εισαγωγή λατινικών χαρακτήρων (και την προσθήκη μερικών διακριτικών σημείων).
Dictionary of Greek. 2013.